Η Έδεσσα (παλαιότερα ονομάζονταν παράλληλα και Βοδενά), είναι πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας και του Νομού Πέλλας.
Στην πόλη είναι έντονο το υγρό στοιχείο (ποτάμια και καταρράκτες), γι' αυτό και οι ονομασίες της: Έδεσσα (wεδες στα φρυγικά ήταν το νερό ή πύργος στο νερό) και Βοδενά (voda στα σλάβικα είναι το νερό) έχουν την ίδια ρίζα.
Το όνομα της πόλης έχει φρυγική προέλευση και σημαίνει "πύργος/πόλη μες στο νερό".
Η πόλη είναι διάσημη για τους καταρράκτες που σχηματίζει ο ποταμός Εδεσσαίος ή Βόδας που ρέει μέσα από την πόλη. Πρόκειται για τους μεγαλύτερους στην Ελλάδα. Παλαιότερα, οι καταρράκτες ήταν 6-7, αλλά σήμερα απομένουν 2 μεγάλοι και ορισμένοι μικρότεροι. Περιβάλλονται από το καταπράσινο πάρκο των καταρρακτών με αιωνόβια πλατάνια.
Άλλα αξιοθέατα της πόλης είναι:
Ο Ψηλός Βράχος με θέα στον κάμπο της Κεντρικής Μακεδονίας ως τη Θεσσαλονίκη.
Η τοποθεσία "Κιουπρί", στην δυτική είσοδο της πόλης, με πέτρινο τοξωτό γεφύρι της Τουρκοκρατίας, πάρκο, Κολυμβητήριο και κλειστό Γυμναστήριο. Η περιοχή περιγράφεται από την Αγγλίδα περιηγήτρια Mary Walker (1863) ως ειδυλλιακός τόπος εκδρομής.
Το πέτρινο Ρολόι της Πόλης, κατασκευασμένο περί το 1905.
Η βυζαντινή εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου ή Αγίας Σοφίας, παλιά μητρόπολη, στη συνοικία Βαρόσι. Κτίσμα του 14ου αιώνα, με κίονες κορινθιακού ρυθμού, προφανώς από παλαιότατο αρχαίο ναό στο ίδιο σημείο.
Η παραδοσιακή συνοικία Βαρόσι, στην οποία σώζονται τα παλαιότερα σπίτια της Έδεσσας (ορισμένα από τις αρχές του 19ου αιώνα). Ολόκληρη η συνοικία έχει κηρυχθεί διατηρητέα.
Οι Μικροί Καταρράκτες στο κέντρο της πόλης που παλιά κινούσαν υδρόμυλο.
Το Κανναβουργείο, κάτω από τους "Μύλους", στη συνέχεια του πάρκου των Καταρρακτών. Συνδέεται με την πόλη με ένα αυθεντικό καλντερίμι, μέσα από τη συνοικία "Βαρόσι" και στη συνέχεια με σύγχρονο ανελκυστήρα. Ένα κομμάτι του παλιού εργοστασίου έχει μετατραπεί σε εστιατόριο-καφετέρια, ενώ το μεγαλύτερο μέρος διατηρεί άθικτα τα μηχανήματα και τη διάταξη της βιομηχανικής μονάδας.
To Γενί Τζαμί, έργο πιθανά του 1875, που κηρύχθηκε διατηρητέο το 1937 και στέγασε το αρχαιολογικό μουσείο της πόλης.